Πού οδηγείται η σχέση Ε.Ε.-Τουρκίας; Η Μ.Σπυράκη γράφει στο ThePresident
Κοιτάζοντας τα τελευταία στοιχεία προ πανδημίας, βλέπουμε 69,8 δισεκατομμύρια ευρώ των εξαγωγών της Τουρκίας είχαν κατεύθυνση προς την ΕΕ και 58,5 δισεκατομμύρια ευρώ των άμεσων ξένων επενδύσεων της προέρχονται από την ΕΕ. Επικαλούμενος τα στοιχεία ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν και ύπατος εκπρόσωπος της ΕΕ για τις εξωτερικές σχέσεις, Χοσέ Μπορέλ, ήταν σίγουρος πως δεν άφηνε καμία αμφιβολία πως η σχέση ΕΕ-Τουρκίας είναι «αμοιβαία επωφελής». Ως Ισπανός γνωρίζει άλλωστε πολύ καλά να υπερασπίζεται τα συμφέροντα της χώρας του και ως πρώην πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου ξέρει ακόμη καλύτερα πως όταν η πίεση από τους ευρωβουλευτές για την αποσταθεροποιητική και προσβλητική προς την ΕΕ και το Κράτος Δικαίου συμπεριφορά της Τουρκίας φθάνει στο «ζενίθ», τότε …καθαρίζει το Συμβούλιο εκεί που η Ισπανία μαζί με τη Γερμανία, την Ιταλία αλλά και τη Μάλτα προτάσσουν τη θετική ατζέντα έναντι κυρώσεων.
Η Τουρκία είναι πλέον μόνιμο θέμα στα Ευρωπαϊκά Συμβούλια αφού μετά την ελλαδική επιμονή και την κυπριακή αγωνιστικότητα σε όλες τις ευρωπαϊκές συναντήσεις, ακόμη και οι πιο δύσπιστες ηγεσίες στην ΕΕ παραδέχονται πως πρέπει να παρακολουθούν και να ελέγχουν συστηματικά τον προβληματικό αλλά αναγκαίο εταίρο. Ο άξονας της έκθεσης Μπορέλ είναι η παραδοχή πως το βασικό πρόβλημα στις σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας είναι το Κυπριακό. Μια σειρά άλλες αναφορές στην επιθετική και αποσταθεροποιητική συμπεριφορά της Τουρκίας συμπληρώνουν την εικόνα της αναθεωρητικής δύναμης που γράφει στα «παλαιότερα των υποδημάτων της» το Διεθνές Δίκαιο και τις ευρωπαϊκές επιλογές. Τουρκία και ΕΕ έχουν εμφανώς αποκλίνουσες πορείες στο διεθνές στερέωμα και αυτό πιστοποιείται όχι μόνο από την παραβατική και αποσταθεροποιητική συμπεριφορά της στο Αιγαίο και την Κύπρο, αλλά και από τις α λα καρτ συμμαχίες της Άγκυρας με τη Μόσχα, το Μπακού, το Κίεβο και την επιλογή της να υπονομεύσει μέχρι ορίου στρατιωτικής σύρραξης τις επιλογές της ΕΕ στη Λιβύη και τη Συρία.
Ωστόσο κυρώσεις δεν υπάρχουν στην πράξη. Ο συνδυασμός «μαστίγιου και καρότου» προς το παρόν παρέχει καρότα σε συσκευασία δώρου και αρκείται στην ιχνογραφία του μαστιγίου. Ακόμη και αυτή η ιχνογραφία βέβαια οδηγεί την Τουρκία σε αναδίπλωση, όμως στην ουσία αναδεικνύει και την αδυναμία της ΕΕ να επαναπροσδιορίσει τη σχέση της με την Τουρκία. Η ενταξιακή πορεία έχει παγώσει από το 2018, τα προενταξιακά κονδύλια προς την Τουρκία περικόπτονται από το 2019 και μετά, ενώ στην Τουρκία το Κράτος -Δικαίου παραβιάζεται συστηματικά, οι μειονότητες βρίσκονται στο στόχαστρο, το φιλοκουρδικό κόμμα HPD απειλείται να τεθεί εκτός νόμου και η Άγκυρα αποχωρεί από τη διεθνή σύμβαση της Κωνσταντινούπολης για την προστασία των δικαιωμάτων των γυναικών. Όμως η γειτονική χώρα διατηρεί το καθεστώς «υποψήφιας χώρας στην ΕΕ». Η ΕΕ αρνείται να αντιμετωπίσει τη νέα πραγματικότητα που διαμόρφωσε την τελευταία δεκαετία ο Ερντογάν σε σχέση με το ρόλο που σχεδιάζει για την Τουρκία και επιμένει στην προσέγγιση του παρελθόντος με την ελπίδα ότι χρόνο με το χρόνο η Τουρκία θα επιστρέψει, μερικώς τουλάχιστον, στη Δύση. Αυτή η προσέγγιση του «ολίγον έγκυος…» είναι προφανώς αποτέλεσμα ανάγκης και όχι άγνοιας της πραγματικότητας.
Προτάσσοντας το προσφυγικό η ΕΕ μετράει αφίξεις και προειδοποιεί για την πιθανότητα επανάληψης μιας κρίσης στα χερσαία σύνορα της Ένωσης, δηλαδή στον Έβρο. Ωστόσο όχι μόνο από το λεκτικό αλλά και από τη χρηματοδότηση που θα ενισχυθεί ,είναι προφανές ότι η κοινή δήλωση ΕΕ-Τουρκίας απέδωσε και η επικαιροποίηση της είναι απαραίτητη. Ανάλογη είναι και η στάση της ΕΕ στο πεδίο της τελωνειακής ένωσης. Η αναβάθμιση της τελωνειακής ένωσης δίνει επιπλέον οικονομικό όφελος στην τουρκική οικονομία που βρίσκεται σε διαρκείς αναταράξεις, κυρίως λόγω της αλλοπρόσαλλης σχέσης του Ερντογάν με τους οικονομικούς δείκτες… Η επίσκεψη υψηλού επιπέδου που θα πραγματοποιηθεί αύριο με την Ούρσουλα Φον ντερ Λάινεν και τον Σαρλ Μισέλ να εκπροσωπούν την ΕΕ αναμένεται να επιβεβαιώσει την επιλογή στήριξης της Τουρκίας υπό όρους συμμόρφωσης ή για να είμαστε ρεαλιστές κατευνασμού.
Ο αντίλογος σε αυτή την επιλογή συμπυκνώνεται στο επιχείρημα πως μια διαλυμένη Τουρκία θα έστελνε τους κραδασμούς της στην ΕΕ και στο οικονομικό πεδίο και στο προσφυγικό και όχι μόνο.
Από την συνήθως συμπυκνωμένη χρονικά και απλουστευτική συζήτηση που διεξάγεται στην πατρίδα μας, για την έλλειψη κυρώσεων από την ΕΕ κατά της Τουρκίας λείπουν δύο βασικά απλά και σημαντικά ελληνικά επιτεύγματα: Πρώτον φέραμε την Τουρκία πίσω στο τραπέζι των διερευνητικών επαφών και ανεξάρτητα από τα όσα διακηρύσσει έχει σημασία ότι διαπραγματευόμαστε μόνο την υφαλοκρηπίδα και τις οικονομικές ζώνες. Δεύτερον δεν χρειάζεται να δαπανήσουμε διπλωματικό κεφάλαιο για να υπενθυμίσουμε σε εταίρους και συμμάχους ότι η Τουρκία είναι ευρωπαϊκό πρόβλημα ακόμη και αν είναι απαραίτητος εταίρος.
* Η κ. Μαρία Σπυράκη είναι Ευρωβουλευτής ΝΔ-ΕΛΚ